wrapped - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

wrapped - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
WRAP; Wrapped; Wrapped (song); Wrap (disambiguation); WRAP (disambiguation)

wrapped         
(adj.) = envuelto
Ex: This sector covers all bread sales both in the wrapped and the unwrapped sector.
----
* be wrapped up in = estar absorto en, no pensar más que en, no pensar en otra cosa que
* shrink-wrapped licence [shrinkwrapped licence] = licencia en sobre hermético, licencia a ciegas
* unwrapped = sin envolver
* wrapped-round = encabalgado
wrap         
abrigo
manto
chal
envolver
terminar de grabar
wrap         
envolver [Verb]

Ορισμός

Wrapped

Βικιπαίδεια

Wrap

Wrap, WRAP or Wrapped may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για wrapped
1. Some people could be seen arriving with gifts wrapped in pink paper, while others had them wrapped in blue.
2. Kamara wrapped the baby in the colorful cloth that Marah had worn wrapped around herself as a dress.
3. Petersburg, which wrapped up without any breakthroughs.
4. Gold–wrapped chocolates arrive with turndown service.
5. Beauty doesnt come shrink–wrapped and microwaveable.